- Ιαπυγιος
- ἸαπύγιοςἸᾱπύγιος3[adj. к Ἰαπυγία См. Ιαπυγια] иапигииский
ἡ ἄκρα Ἰαπυγία Thuc., Polyb. — Иапигийский мыс
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
ἡ ἄκρα Ἰαπυγία Thuc., Polyb. — Иапигийский мыс
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
ιαπύγιος — ἰαπύγιος, ία, ον (Α) αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους Ιάπυγες, τον αρχαίο λαό τής Ν. Ιταλίας. [ΕΤΥΜΟΛ. < Ιάπυγες] … Dictionary of Greek
Ἰαπύγιος — Ἰᾱπύγιος , Ἰαπύγιος country masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἰαπυγία — Ἰᾱπυγίᾱ , Ἰαπύγιος country fem nom/voc/acc dual Ἰᾱπυγίᾱ , Ἰαπύγιος country fem nom/voc sg (attic doric aeolic) Ἰᾱπυγίᾱ , Ἰαπυγία country fem nom/voc/acc dual Ἰᾱπυγίᾱ , Ἰαπυγία country fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἰαπυγίας — Ἰᾱπυγίᾱς , Ἰαπύγιος country fem acc pl Ἰᾱπυγίᾱς , Ἰαπύγιος country fem gen sg (attic doric aeolic) Ἰᾱπυγίᾱς , Ἰαπυγία country fem acc pl Ἰᾱπυγίᾱς , Ἰαπυγία country fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἰαπυγίαν — Ἰᾱπυγίᾱν , Ἰαπύγιος country fem acc sg (attic doric aeolic) Ἰᾱπυγίᾱν , Ἰαπυγία country fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἰαπυγίᾳ — Ἰᾱπυγίᾱͅ , Ἰαπύγιος country fem dat sg (attic doric aeolic) Ἰᾱπυγίαι , Ἰαπυγία country fem nom/voc pl Ἰᾱπυγίᾱͅ , Ἰαπυγία country fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)